Η αποτελεσματικότητα του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRF), τμήμα του μηχανισμού ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU), θα εξαρτηθεί από την ποιότητα των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΣΑΑ) που θα υποβάλουν τα Κράτη Μέλη και το αν και κατά πόσο ευθυγραμμίζονται με τις σχετικές ειδικές ανά χώρα συστάσεις που του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και τους στόχους της ΕΕ —όπως η κοινωνικοοικονομική σύγκλιση, η Πράσινη Συμφωνία και ο ψηφιακός μετασχηματισμός. Η παραπάνω εκτίμηση περιέχεται σε προκαταρκτική γνωμάτευση που εξέδωσε σήμερα το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ).
Σύμφωνα με τους ελεγκτές του ΕΕΣ, “η σύνδεση του RRF με του στόχους της ΕΕ θα μπορούσε να ενισχυθεί μέσω, παραδείγματος χάριν, υποχρεωτικών κοινών δεικτών, κάτι που θα διασφάλιζε την άμεση σχέση μεταξύ των οροσήμων και των τιμών-στόχου που καθορίζονται στα επιμέρους ΣΑΑ και των σχετικών στόχων”.
Οι ελεγκτές ζητούν απο Κομισιόν και κράτη μέλη να θέσουν σε εφαρμογή “ισχυρά και αποτελεσματικά μέτρα κατά της απάτης και των παρατυπιών, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η στήριξη της ΕΕ χρησιμοποιείται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται”. Διαπιστώνουν δε ορισμένες αδυναμίες “στις προβλεπόμενες διαδικασίες παρακολούθησης και υποβολής στοιχείων”. Όσον αφορά τις ρυθμίσεις διακυβέρνησης και ελέγχου του RRF, οι ελεγκτές πιστεύουν ότι “ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία του προϋπολογισμού πρέπει να καθοριστεί ρητά, όπως και τα δικαιώματα ελέγχου του ΕΕΣ, ώστε να διασφαλιστεί ότι ισχύουν για το RRF οι ίδιες αρχές λογοδοσίας και διαφάνειας με εκείνες που διέπουν τον γενικό προϋπολογισμό της ΕΕ”.
Επιπλέον οι ελεγκτές εκφράζουν την ικανοποίησή τους για το γεγονός ότι το RRF “βασίζεται σε υφιστάμενες διαδικασίες, όπως ο κανονισμός περί κοινών διατάξεων (ΚΚΔ) και το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, προωθώντας συνεργίες και μειώνοντας τον διοικητικό φόρτο τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο”.
Ωστόσο, οι ελεγκτές επισημαίνουν ότι “η ταυτόχρονη κατάρτιση των ΣΑΑ των επιχειρησιακών προγραμμάτων και των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ) μπορεί να αποτελέσει πρόκληση για τα κράτη μέλη, και εισηγούνται την εφαρμογή απλουστευμένων διαδικασιών”. Τονίζουν επίσης την ανάγκη κατάλληλης καθοδήγησης και συντονισμού, ώστε να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη με άλλες πηγές χρηματοδότησης της ΕΕ.
Τέλος σε ό,τι αφορά την επάρκεια των πόρων, “μολονότι το RRF θεσπίστηκε ως απάντηση στις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες της πανδημίας, η προτεινόμενη κατανομή των χρηματοδοτικών εισφορών στα κράτη μέλη καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό βάσει της κατάστασης που επικρατούσε πριν από τη νόσο COVID”.
“Ως εκ τούτου, τέσσερα από τα δέκα κράτη μέλη που θα λάβουν την υψηλότερη επιχορήγηση από το RRF αναμένεται να έχουν μείωση του ΑΕΠ το 2020 χαμηλότερη από τη μέση μείωση για το σύνολο της ΕΕ που ανέρχεται σε περίπου 7 %”, καταγράφουν. “Επιπλέον, ο μηχανισμός κατανομής αντικατοπτρίζει μόνον εν μέρει τον στόχο του RRF για προώθηση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής της Ένωσης μέσω της βελτίωσης της ανθεκτικότητας και της στήριξης της ανάκαμψης”, σημειώνουν. “Στην πραγματικότητα, πάνω από τα δύο τρίτα των επιχορηγήσεων του RRF προορίζονται για τα 14 κράτη μέλη με κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 2019 ανερχόμενο τουλάχιστον στο 90 % του μέσου όρου της ΕΕ, και μόνο το ένα τέταρτο περίπου αυτών προορίζεται για τα οκτώ κράτη μέλη με κατά κεφαλήν ΑΕΠ 2019 κάτω του 75 % του μέσου όρου της ΕΕ”, αναφέρουν οι ελεγκτές.
Πηγή : ΚΥΠΕ